Δεν ξέρω αν σας έχω μιλήσει για την Κρίστυ παλιότερα.
Η Κρίστυ μου έχει διηγηθεί πολλές ιστορίες.
Δυστυχώς δεν μπορώ να πω πολλά για αυτήν την προκειμένη στιγμή όμως μου έχει επιτρέψει να σας διηγηθώ τις ιστορίες της.
Εδώ θα βάζω τις ιστορίες της λοιπόν ακριβώς όπως μου τις λέει.
Δε θα τις βάζω μονοκόμματα αλλά θα τις σπάσω και θα τις χωρίσω σε μέρη.
Οι ιστορίες είναι αληθινές αλλά για την ασφάλεια κάποιων προσώπων, τοποθεσίες και ονόματα έχουν αλλαχθεί.
Το τι θα πιστέψει κάποιος είναι προσωπικό θέμα του καθενός και δεν μας ενδιαφέρει.
Η πρώτη ιστορία έχει να κάνει με ένα 13χρονο παιδί και ονομάζεται:
Το Ορφανοτροφείο της συνείδησης
Φθινώπορο του '72.
Κάτι που δεν θα ξεχάσω μέχρι να πεθάνω είναι το πως η μάνα μου, μου έλεγε οτι είμαι πολύ ώριμος και πολύ εύστροφος για την ηλικία μου..
Καθώς κοίταζα έξω απο το παράθυρο του αυτοκινήτου μπορούσα να δω τα κιτρινιασμένα φύλλα να πέφτουν απο τα δέντρα και στο βάθος λεπτοκαμομένες φιγούρες να περπατούν δίχως σκοπό και δίχως νόημα.Με λένε Φρανκλιν Τζόνσον και είμαι 13 χρονών.Οι γονείς μου θύματα της μικροαστικής βιοπάλης πέθαναν, στην προσπάθεια να βγάλουν το ψωμί, στο εργοστάσιο όταν υπήρξε βραχυκύκλωμα και έπιασε φωτιά.
Όπως τα φύλα έτσι και εγώ μόνος και έρημος, οδηγούμουν σε ένα άγνωστο για μένα μέρος.Ανεκφραστος και βαριεστημένος έγνεψα στον οδηγό ο οποίος μου ζήτησε να ετοιμάσω τα λίγα μου υπάρχοντα επειδή φτάναμε.Ο οδηγός είχε πολύ ξυνό πρόσωπο.Μια γαμψή μύτη στεκόταν κάτω απο 2 μικροσκοπικά μάτια με ένα άτονο βλέμμα να κοιτάει προσπαθώντας να πει κάτι..
Δεν έδωσα σημασία.
Το ορφανοτροφείο ήταν ένα πέτρινο κτίριο με κεραμιδένια σκεπή.
Το κοίταξα μια φορά.Και σκέφτηκα "Δε χρειάζεται να το ξανακοιτάξω ποτέ".
Είναι το μέρος που δεν θα ήθελα να είμαι για τα υπόλοιπα 5 χρόνια της ζωής μου και το μέρος που αναγκαστικά θα είμαι.
Μπήκα μέσα και το πρώτο που άκουσα ήταν χαρούμενες παιδικές φωνές.
Και αναρωτήθηκα.."Μα πως είναι δυνατόν?"
Ο πρώτος άνθρωπος που γνώρισα ήταν η Λόις.Μια πολύ όμορφη χαμογελαστή νεαρή με ένα τόσο αγνό βλέμμα που θα μπορούσε να πει κανείς οτι είναι σχεδόν ψεύτικο.
Με οδήγησε στον κοιτώνα μου, μου έδειξε το κρεβάτι μου και μου ζήτησε ευγενικά να τακτοποιήσω τα πραγματά μου όσο αυτή θα πήγαινε κάτω να ετοιμάσει το μεσημεριανό.
Το έκανα και στη συνέχεια κατέβηκα κάτω.
Δεν είχα διάθεση να γνωρίσω κανέναν.
Καθώς κατέβαινα τα σκαλιά ξαφνικά ένιωσα μια κρύα αύρα να περιλούζει όλη μου την πλάτη!
Γύρισα πίσω να δω ποιος είναι..αλλά δεν είδα κανέναν.
Προσπάθησα να αισθανθώ με το χέρι μου την πλάτη μου όμως δεν ένιωθα τίποτα.
Κούνησα το κεφάλι μου δεξιά αριστερά για να συνέλθω και συνέχισα να κατεβαίνω τα σκαλιά.
Πέντε δευτερόλεπτα μετά ξανανιώθω την ίδια αύρα αλλά αυτή τη φορά συνοδευόμενη απο μία ψυχρή γυναικεία φωνή να ψιθυρίζει..
"..το σκοτάδι σε περιμένει..Φρανκ.."
Τρομοκρατημένος κατεβαίνω τα σκαλιά και φτάνω στο ισόγειο ψάχνοντας για την επιμελήτρια!
Όλο μου το σώμα πάγωσε όταν διαπίστωσα οτι το ισόγειο έμοιαζε σαν είχε εγκαταλειφθεί χρόνια απο τους ανθρώπους, τα παράθυρα και η πόρτα αμπαρωμένη και οι μόνες δίοδοι φωτός ήταν μέσα απο τα μικρά κενά των ξύλων που είχαν αμπαρώσει τα παράθυρα.
Μέσα στην παράνοια της κατάστασης παρατήρησα οτι τα παράθυρα και η πόρτα ήταν αμπαρωμένα απο μέσα.
Προσπάθησα λογικά να συνειδητοποιήσω τι μπορεί να σημαίνει αυτό..
Και εκείνη τη στιγμή πάνω που γύρισα το κεφάλι μου αντίκρισα Αυτόν..
To be continued..
Part 2
Πανικοβλήθηκα και άρχισα να βαριανασαίνω.
Μια ψηλή αντρική φιγούρα αχνοφαινόταν μέσα στο σκοτάδι. Δεν ήξερα αν αυτό που έβλεπα ήταν αληθινό ή ήταν ένα κακό όνειρο. Όλες μου οι αισθήσεις ήταν πιο έντονες απ’ ότι συνήθως αλλά εγώ έμενα παγωμένος προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω οτι όλα αυτά που έβλεπα και ένιωθα ήταν πραγματικά.
Είχα την αίσθηση οτι όλος ο χώρος γύρω μου προσπαθούσε να με πνίξει.
Ο άντρας απένταντί μου με μία κίνηση κάθησε σταυροπόδι σε μία πολυθρώνα που βρισκόταν απο πίσω του και με ευδιάθετο ύφος μου είπε..
«Καλωσήρθες Φρανκ..θα σου προσέφερα ένα ποτήρι Ουίσκι αλλά είσαι ανήλικος..και τώρα που το σκέφτομαι..ούτε καν έχω ποτήρια.»
Μπορούσα να καταλάβω απο τον τρόπο που μίλαγε οτι χαμογελούσε.
Αυτό μου δημιούργησε ένα μεικτό συναίσθημα φόβου και περιέργειας.Ενώ ξαναένιωσα ακόμα πιο έντονα οτι ο χώρος γύρω μου προσπαθεί να με πνίξει σε σημείο που αισθάνθηκα ένα σπασμό μέσα στο κεφάλι μου που με έκανε να το κρατήσω με τα χέρια μου.
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα τον ιδρώτα μου να κυλάει στο μετωπό μου. Κάνω ένα βήμα προς τα πίσω και προσπαθώ να μιλήσω..όμως μάταια..ένιωσα πολύ αδύναμος για να βγάλω την παραμικρή κουβέντα!
Ξαφνικά ακούω τον ήχο ενός σπίρτου προς τη μεριά του μυστήριου άντρα. Χάρη στη λάμψη του σπίτου ήταν η πρώτη φορά που είδα το προσωπό του. Τα χαρακτηριστικά του ήταν ήρεμα και οι γωνείες του προσώπου του, όσο φαινόντουσαν, έδιναν μια αίσθηση αποφασιστικότητας και σιγουριάς.
Αφού άναψε ένα τσιγάρο και ρούφηξε τον καπνό όλο ευχαρήστηση σβήνει το σπίρτο και λέει..
«Είμαι ο Μόρις και είμαι ειλικρινά χαρούμενος που επιτέλους σε γνωρίζω απο κοντά..Φρανκ..ελπίζω να μην σε έκανα να αισθάνεσαι άβολα..άλλωστε αυτό είναι το νέο σου σπίτι τώρα»
και ξεσπάει σε ένα διακριτικό γελάκι γεμάτο σαρκασμό.
Αυτή τη φορά προσπαθώ να φωνάξω γεμάτος φόβο όμως και πάλι μάταιο..
Η φωνή μου αρνούταν να βγει..
Εκείνη τη στιγμή μου έρχετε το ίδιο πνιγηρό συναίσθημα..
«Την επόμενη φορά..θα τα πούμε πιο καλά εμείς οι δύο..μέχρι τότε..ετοιμάσου Φρανκ, ετοιμάσου να αντιμετωπίσεις τους δαίμονές σου..»
Και κάτι σαν κεραυνός μέσα στο κεφάλι μου με ανάγκασε να κλείσω τα μάτια μου και τα αυτιά μου και να κουλουριαστώ στο πάτωμα.
Κενό..Σκοτάδι..Κρύο..
Τώρα πια νιώθω δύο χέρια τυλιγμένα γύρω μου..μια γλυκιά γυναικεία φωνή ακούγεται..
"Φρανκ είσαι καλά μικρέ μου?"
Με αδυναμία καταφέρνω επιτέλους να αρθρώσω μια κουβέντα..
-"Που είμαι..?"
-"Βρίσκεσαι στο ορφανοτροφείο..σήμερα ήρθες εδώ..έπεσες καθώς κατέβαινες τα σκαλιά και χτύπησες το κεφάλι σου..μην ανησυχείς όμως, με λίγο πάγο θα είσαι μια χαρά."
Ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω άπλετο φως..και απο πάνω μου η Λόις, χαμογελαστή και όπως πάντα γλυκιά.
Ήμουν πίσω..και ενώ μισούσα αυτό το μέρος ένιωθα τόσο μεγάλη ευγνωμοσύνη..απλά και μόνο επειδή ήμουν πίσω..
Όμως μία σκέψη τρύπαγε το κεφάλι μου..τι ήταν αυτό που έζησα?..Ήταν όντως μια πραγματική εμπειρία..ή απλά κάποιο όνειρο που έζησα έντονα πάνω στον τραυματισμό μου..?
To be continued..
Η Κρίστυ μου έχει διηγηθεί πολλές ιστορίες.
Δυστυχώς δεν μπορώ να πω πολλά για αυτήν την προκειμένη στιγμή όμως μου έχει επιτρέψει να σας διηγηθώ τις ιστορίες της.
Εδώ θα βάζω τις ιστορίες της λοιπόν ακριβώς όπως μου τις λέει.
Δε θα τις βάζω μονοκόμματα αλλά θα τις σπάσω και θα τις χωρίσω σε μέρη.
Οι ιστορίες είναι αληθινές αλλά για την ασφάλεια κάποιων προσώπων, τοποθεσίες και ονόματα έχουν αλλαχθεί.
Το τι θα πιστέψει κάποιος είναι προσωπικό θέμα του καθενός και δεν μας ενδιαφέρει.
Η πρώτη ιστορία έχει να κάνει με ένα 13χρονο παιδί και ονομάζεται:
Το Ορφανοτροφείο της συνείδησης
Φθινώπορο του '72.
Κάτι που δεν θα ξεχάσω μέχρι να πεθάνω είναι το πως η μάνα μου, μου έλεγε οτι είμαι πολύ ώριμος και πολύ εύστροφος για την ηλικία μου..
Καθώς κοίταζα έξω απο το παράθυρο του αυτοκινήτου μπορούσα να δω τα κιτρινιασμένα φύλλα να πέφτουν απο τα δέντρα και στο βάθος λεπτοκαμομένες φιγούρες να περπατούν δίχως σκοπό και δίχως νόημα.Με λένε Φρανκλιν Τζόνσον και είμαι 13 χρονών.Οι γονείς μου θύματα της μικροαστικής βιοπάλης πέθαναν, στην προσπάθεια να βγάλουν το ψωμί, στο εργοστάσιο όταν υπήρξε βραχυκύκλωμα και έπιασε φωτιά.
Όπως τα φύλα έτσι και εγώ μόνος και έρημος, οδηγούμουν σε ένα άγνωστο για μένα μέρος.Ανεκφραστος και βαριεστημένος έγνεψα στον οδηγό ο οποίος μου ζήτησε να ετοιμάσω τα λίγα μου υπάρχοντα επειδή φτάναμε.Ο οδηγός είχε πολύ ξυνό πρόσωπο.Μια γαμψή μύτη στεκόταν κάτω απο 2 μικροσκοπικά μάτια με ένα άτονο βλέμμα να κοιτάει προσπαθώντας να πει κάτι..
Δεν έδωσα σημασία.
Το ορφανοτροφείο ήταν ένα πέτρινο κτίριο με κεραμιδένια σκεπή.
Το κοίταξα μια φορά.Και σκέφτηκα "Δε χρειάζεται να το ξανακοιτάξω ποτέ".
Είναι το μέρος που δεν θα ήθελα να είμαι για τα υπόλοιπα 5 χρόνια της ζωής μου και το μέρος που αναγκαστικά θα είμαι.
Μπήκα μέσα και το πρώτο που άκουσα ήταν χαρούμενες παιδικές φωνές.
Και αναρωτήθηκα.."Μα πως είναι δυνατόν?"
Ο πρώτος άνθρωπος που γνώρισα ήταν η Λόις.Μια πολύ όμορφη χαμογελαστή νεαρή με ένα τόσο αγνό βλέμμα που θα μπορούσε να πει κανείς οτι είναι σχεδόν ψεύτικο.
Με οδήγησε στον κοιτώνα μου, μου έδειξε το κρεβάτι μου και μου ζήτησε ευγενικά να τακτοποιήσω τα πραγματά μου όσο αυτή θα πήγαινε κάτω να ετοιμάσει το μεσημεριανό.
Το έκανα και στη συνέχεια κατέβηκα κάτω.
Δεν είχα διάθεση να γνωρίσω κανέναν.
Καθώς κατέβαινα τα σκαλιά ξαφνικά ένιωσα μια κρύα αύρα να περιλούζει όλη μου την πλάτη!
Γύρισα πίσω να δω ποιος είναι..αλλά δεν είδα κανέναν.
Προσπάθησα να αισθανθώ με το χέρι μου την πλάτη μου όμως δεν ένιωθα τίποτα.
Κούνησα το κεφάλι μου δεξιά αριστερά για να συνέλθω και συνέχισα να κατεβαίνω τα σκαλιά.
Πέντε δευτερόλεπτα μετά ξανανιώθω την ίδια αύρα αλλά αυτή τη φορά συνοδευόμενη απο μία ψυχρή γυναικεία φωνή να ψιθυρίζει..
"..το σκοτάδι σε περιμένει..Φρανκ.."
Τρομοκρατημένος κατεβαίνω τα σκαλιά και φτάνω στο ισόγειο ψάχνοντας για την επιμελήτρια!
Όλο μου το σώμα πάγωσε όταν διαπίστωσα οτι το ισόγειο έμοιαζε σαν είχε εγκαταλειφθεί χρόνια απο τους ανθρώπους, τα παράθυρα και η πόρτα αμπαρωμένη και οι μόνες δίοδοι φωτός ήταν μέσα απο τα μικρά κενά των ξύλων που είχαν αμπαρώσει τα παράθυρα.
Μέσα στην παράνοια της κατάστασης παρατήρησα οτι τα παράθυρα και η πόρτα ήταν αμπαρωμένα απο μέσα.
Προσπάθησα λογικά να συνειδητοποιήσω τι μπορεί να σημαίνει αυτό..
Και εκείνη τη στιγμή πάνω που γύρισα το κεφάλι μου αντίκρισα Αυτόν..
To be continued..
Part 2
Πανικοβλήθηκα και άρχισα να βαριανασαίνω.
Μια ψηλή αντρική φιγούρα αχνοφαινόταν μέσα στο σκοτάδι. Δεν ήξερα αν αυτό που έβλεπα ήταν αληθινό ή ήταν ένα κακό όνειρο. Όλες μου οι αισθήσεις ήταν πιο έντονες απ’ ότι συνήθως αλλά εγώ έμενα παγωμένος προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω οτι όλα αυτά που έβλεπα και ένιωθα ήταν πραγματικά.
Είχα την αίσθηση οτι όλος ο χώρος γύρω μου προσπαθούσε να με πνίξει.
Ο άντρας απένταντί μου με μία κίνηση κάθησε σταυροπόδι σε μία πολυθρώνα που βρισκόταν απο πίσω του και με ευδιάθετο ύφος μου είπε..
«Καλωσήρθες Φρανκ..θα σου προσέφερα ένα ποτήρι Ουίσκι αλλά είσαι ανήλικος..και τώρα που το σκέφτομαι..ούτε καν έχω ποτήρια.»
Μπορούσα να καταλάβω απο τον τρόπο που μίλαγε οτι χαμογελούσε.
Αυτό μου δημιούργησε ένα μεικτό συναίσθημα φόβου και περιέργειας.Ενώ ξαναένιωσα ακόμα πιο έντονα οτι ο χώρος γύρω μου προσπαθεί να με πνίξει σε σημείο που αισθάνθηκα ένα σπασμό μέσα στο κεφάλι μου που με έκανε να το κρατήσω με τα χέρια μου.
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα τον ιδρώτα μου να κυλάει στο μετωπό μου. Κάνω ένα βήμα προς τα πίσω και προσπαθώ να μιλήσω..όμως μάταια..ένιωσα πολύ αδύναμος για να βγάλω την παραμικρή κουβέντα!
Ξαφνικά ακούω τον ήχο ενός σπίρτου προς τη μεριά του μυστήριου άντρα. Χάρη στη λάμψη του σπίτου ήταν η πρώτη φορά που είδα το προσωπό του. Τα χαρακτηριστικά του ήταν ήρεμα και οι γωνείες του προσώπου του, όσο φαινόντουσαν, έδιναν μια αίσθηση αποφασιστικότητας και σιγουριάς.
Αφού άναψε ένα τσιγάρο και ρούφηξε τον καπνό όλο ευχαρήστηση σβήνει το σπίρτο και λέει..
«Είμαι ο Μόρις και είμαι ειλικρινά χαρούμενος που επιτέλους σε γνωρίζω απο κοντά..Φρανκ..ελπίζω να μην σε έκανα να αισθάνεσαι άβολα..άλλωστε αυτό είναι το νέο σου σπίτι τώρα»
και ξεσπάει σε ένα διακριτικό γελάκι γεμάτο σαρκασμό.
Αυτή τη φορά προσπαθώ να φωνάξω γεμάτος φόβο όμως και πάλι μάταιο..
Η φωνή μου αρνούταν να βγει..
Εκείνη τη στιγμή μου έρχετε το ίδιο πνιγηρό συναίσθημα..
«Την επόμενη φορά..θα τα πούμε πιο καλά εμείς οι δύο..μέχρι τότε..ετοιμάσου Φρανκ, ετοιμάσου να αντιμετωπίσεις τους δαίμονές σου..»
Και κάτι σαν κεραυνός μέσα στο κεφάλι μου με ανάγκασε να κλείσω τα μάτια μου και τα αυτιά μου και να κουλουριαστώ στο πάτωμα.
Κενό..Σκοτάδι..Κρύο..
Τώρα πια νιώθω δύο χέρια τυλιγμένα γύρω μου..μια γλυκιά γυναικεία φωνή ακούγεται..
"Φρανκ είσαι καλά μικρέ μου?"
Με αδυναμία καταφέρνω επιτέλους να αρθρώσω μια κουβέντα..
-"Που είμαι..?"
-"Βρίσκεσαι στο ορφανοτροφείο..σήμερα ήρθες εδώ..έπεσες καθώς κατέβαινες τα σκαλιά και χτύπησες το κεφάλι σου..μην ανησυχείς όμως, με λίγο πάγο θα είσαι μια χαρά."
Ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω άπλετο φως..και απο πάνω μου η Λόις, χαμογελαστή και όπως πάντα γλυκιά.
Ήμουν πίσω..και ενώ μισούσα αυτό το μέρος ένιωθα τόσο μεγάλη ευγνωμοσύνη..απλά και μόνο επειδή ήμουν πίσω..
Όμως μία σκέψη τρύπαγε το κεφάλι μου..τι ήταν αυτό που έζησα?..Ήταν όντως μια πραγματική εμπειρία..ή απλά κάποιο όνειρο που έζησα έντονα πάνω στον τραυματισμό μου..?
To be continued..
Έχει επεξεργασθεί από τον/την Crowdon στις Τρι 20 Ιουλ 2010, 08:00, 1 φορά